- ἐξαμαρτόντι
- ἐξαμαρτάνωAcut. (Sp.)aor part act masc/neut dat sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἐξαμαρτόντ' — ἐξαμαρτόντα , ἐξαμαρτάνω Acut. (Sp.) aor part act neut nom/voc/acc pl ἐξαμαρτόντα , ἐξαμαρτάνω Acut. (Sp.) aor part act masc acc sg ἐξαμαρτόντι , ἐξαμαρτάνω Acut. (Sp.) aor part act masc/neut dat sg ἐξαμαρτόντε , ἐξαμαρτάνω Acut. (Sp.) aor part… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)